«Εκεί που ήσουν ήμουνα και δω που είμαι θα’ ρθεις» μου έλεγε η γιαγιά μου και αργότερα η μαμά μου.
Απέχω αρκετά, βέβαια, από την Τρίτη ηλικία, όπως συνηθίζουμε να τη λέμε, αλλά αυτό δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία, διότι από τον καιρό που άρχισα να καταλαβαίνω τον εαυτό μου ήμουν πολύ κοντά με ανθρώπους της τρίτης ηλικίας. Στο σπίτι μας πάντα είχαμε έναν παππού ή μια γιαγιά. Οι γονείς του μπαμπά μου αρχικά έμεναν πάνω από το σπίτι μας και θυμάμαι τη γιαγιά μου που ‘έφυγε’ και σχετικά νωρίς από τη ζωή, να με περίμενε στην πάνω σκάλα του σπιτιού για να μου δώσει κάτι- δε θυμάμαι ακριβώς τι. Ήμουν 2 όταν ‘ταξίδεψε’. Μετά θυμάμαι τον παππού μου που δεν τα πήγαινα μαζί του και πολύ καλά, διότι θεωρούσα ότι ήταν ιδιαίτερα αυταρχικός άνθρωπος και από μικρή αντιδρούσα σε ό,τι μου μάγκωνε την ψυχή. Σε ηλικία 10 χρόνων ‘ταξίδεψε’ και ο παππούς και 2 χρόνια περίπου μετά οι γονείς της μαμάς μου ήρθαν από την Τρίπολη για να αντιμετωπίσουν σοβαρό πρόβλημα υγειάς της γιαγιάς. Το 83 ‘έφυγε’ και η γιαγιά, ενώ στη συνέχεια ο παππούς έμεινε σπίτι μας για να μην επιστρέψει μόνος στο χωριό. Ο παππούς ήταν καλοστεκούμενος, έμενε στο σπίτι μας μέχρι και το Νοέμβριο του 95 που μας άφησε χρόνους αφού το Μάιο του 95 είχαμε κατευοδώσει τον πατέρα μου… Εδώ ενημερώνω ότι και οι δύο μου γονείς είχαν από 3 ακόμα αδέλφια. Για να μη σας τα πολυλογώ μια ζωή θυμάμαι το σπίτι μας μ’ένα παππού ή μια γιαγιά ή όλο το δίδυμο. Οι παραστάσεις μου από την παιδική και εφηβική μου ηλικία είχαν τουλάχιστον ένα ηλικιωμένο άνθρωπο .
Τις προάλλες άκουσα στο flash ένα ρεπορτάζ σύμφωνα με το οποίο αυτοκίνητο σταμάτησε σε πλατεία, κατέβασε 90χρόνη και εξαφανίστηκε. Όχι η γιαγιά, το αυτοκίνητο εννοώ. Στη Ρόδο βλέπω μια κυρία κατάκοπη γύρω στα 65 να στέκεται στα φανάρια και να πουλά χαρτομάντιλα. Είναι η κυρία Μαρία. Τυλιγμένη με το κασκόλ μέχρι τα μάτια, με έντονους πόνους στα πόδια-φαίνεται από τον τρόπο που περπατά- και με την κατάσταση της να επιδεινώνεται από την υγρασία της Ρόδου. Αρκετές φορές πιάνουμε τη κουβέντα για να πληροφορηθώ ότι είναι από τη Βουλγαρία, έχει ένα γιο χωρισμένο με ψυχολογικά προβλήματα, όπως λέει, και πρέπει να παίρνει φάρμακα. Η γυναίκα αυτή δεν είναι εγκαταλελειμμένη, απ’όσο γνωρίζω, αλλά είναι ταλαιπωρημένη.
Πριν από χρόνια κάποιος πολιτικός είχε ανακοινώσει την ευθύνη των παιδιών για τη εγκατάλειψη των γονιών τους θεσπίζοντας ή προτείνοντας νόμο για να καταδικάσει τέτοιου είδους ενέργειες. Τότε θυμάμαι απόρησα και θύμωσα! Μου είναι αδιανόητο να επιβάλλει ένας νόμος το αυτονόητο: το σεβασμό στο γονιό! Θα μου πείτε όλοι, όσοι τα έχετε τσουγκρισμένα με τους γονείς σας: ξέρεις πόσα προβλήματα δημιουργούν? Άλλο δημιουργούν προβλήματα και έχουμε διάσταση απόψεων και άλλο τους εγκαταλείπουμε, τους κακοποιούμε, του τιμωρούμε απάνθρωπα. Έχω συναντήσει οικογένειες που είχαν κάκιστες σχέσεις με τους γονείς τους και συνομηλίκους μου που δεν ήξεραν, τι σημαίνει γιαγιά και παππούς στο σπίτι… Ερχόμενοι στο πατρικό μου και βλέποντας πάντα μέσα ένα ηλικιωμένο μου έλεγαν: «ο παππούς δωράκι?» Και τι είναι ρε φίλε ο παππούς? Πήγα στα τζάμπο και αγόρασα και ένα πακέτο μεγάλο για να παίξω ή να καλύψω το κενό μου?
Όσοι ασχολείστε με τα εκπαιδευτικά δρώμενα ή όσοι είστε κοντά στην εφηβική ηλικία, θα θυμάστε το κείμενο των αρχαίων ελληνικών της Γ΄ Γυμνασίου που αναφέρεται στο ηφαίστειο Αίτνα της Σικελίας που κατά την ηφαιστειακή λάβα κατέκαψε ό,τι συναντούσε. Τότε σώθηκε - σύμφωνα με την παράδοση – μόνο ένα ευσεβής νέος που δεν εγκατέλειψε τον ηλικιωμένο πατέρα του για να σώσει τον εαυτό του. Και, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, οι θεοί δημιούργησαν έναν κύκλο από πυρ όπου προστάτευσε τον ευσεβή νέο και τον γέροντα, ενώ όλοι οι υπόλοιποι που προσπάθησαν να σώσουν τους εαυτούς τους, κατακάηκαν.
Οι γονείς μπορεί περνώντας τα χρόνια να γίνονται στριφνοί. Μπορεί ακόμα και να χειροτερεύει η κατάστασή τους. Σε καμιά περίπτωση, όμως, εκείνος που θέλει να λέγεται άνθρωπος δεν επιτρέπεται να τον πετά ή να τον κακομεταχειρίζεται. Ξεχάσαμε νομίζω, το σπόρο που μας φύτρωσε, το δέντρο που μας μεγάλωσε, ακόμα και το ή τα δεντράκια που εμείς μεγαλώνουμε. Πώς είναι ποτέ δυνατό να περιμένουμε από τους νεώτερους να μας σεβαστούν, αν τα μηνύματα που λαμβάνουν είναι ασέβεια, βία, αλητεία? Και δεν παίρνω πίσω την αλητεία. Μπορεί να ακούγεται βαριά, αλλά ο ανήθικος γίνεται και αλήτης κυρίως όταν απευθύνεται στην ιερότητα των προσώπων που είναι η μάνα και ο πατέρας.
Ο ηλικιωμένος βλέποντας το κλείσιμο του κύκλου όλο και να έρχεται, θέλει περισσότερο από το μικρό παιδί την ασφάλεια και την αγάπη. Δυο κουβέντες γλυκές και ένα χάδι μπορούν να γιατρέψουν από τη ματαιότητα της ζωής. Κάποτε γνώρισα μια γιαγιά που είχε 5 παιδιά και καλή οικονομική κατάσταση. Κανένα από τα 5 παιδιά της δεν την ήθελε στο σπίτι του, όχι για να ζήσει αλλά για να τους επισκεφτεί – δίκαια, άδικα, δε με αφορά. Αυτή η ηρωίδα μάνα που μεγάλωσε μόνη της 5 παιδιά και τα προίκισε εκείνη την εποχή ( δεκαετία ΄60 και ΄70 - ο άντρας είχε σκοτωθεί σε τροχαίο), μου είπε όλο πίκρα: «Όλες οι μέρες περνάνε κουτσά-στραβά, αυτές οι γιορτές να πάνε και μην έρχονται καθόλου».
Η αποχή της πολιτείας είναι δεδομένη σε φαινόμενα εγκατάλειψης ηλικιωμένων. Μόνο που το θέμα του σεβασμού και της αγάπης στους ηλικιωμένους είναι, πιστεύω, πιο σημαντικό και από τη σύνταξη. Και διερωτώμαι: μπορεί κάποιος να ζήσει με λιγότερα, χωρίς αγάπη και συντροφιά ζει?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αφήστε το σχόλιό σας