Σάββατο 10 Ιουλίου 2010. Στις 12:05 μμ. Κοντά του ένας κοινός μας φίλος, ο Αντώνης Κυζούλης, συνθέτης, που πριν από 3 χρόνια κέρδισε στο Φεστιβάλ τραγουδιού Θεσσαλονίκης το πρώτο βραβείο με τον τραγούδι του «Ελεγεία» που ερμήνευσε η Ειρήνη Τουμπάκη. Τον ένοιωσα χαρούμενο, πείραζε τη Βίκυ - την ανατρεπτική ‘παπαράτσι’ της ομάδας του - έκανε αστεία στο στούντιο που με έκαναν και γέλασα πολύ και είπα του Κώστα Φουντουλάκη να βάλει τραγούδια για να συνεχίσουμε το εύθυμο κλίμα που είχε δημιουργηθεί, για να με συνετίσει ο άριστος ηχολήπτης μας με τη σιωπή του. Ήταν η πιο συναισθηματική συζήτηση που κάναμε με τον Καθηγητή Νίκο Λυγερό. Η πιο μικρή σε διάρκεια και η πιο ξεσηκωτική, για να σηκώσουμε μανίκια και να δει προσεκτικά ο καθένας μας το δικό του ρόλο μέσα στον κόσμο, με ό,τι ‘όπλα’ διαθέτει, με όποια ικανότητα ή δυνατότητα νοημοσύνης έχει. Στις τελευταίες μας συναντήσεις, αν και ηλικιακά έχουμε ένα μόνο χρόνο διαφορά, τον αποκαλώ «Δάσκαλο» και με αποστομώνει: «Θα το δούμε αυτό, οι προσφωνήσεις δεν είναι πράξεις». «Είμαι πιο πολύ της σιωπής και όχι του λόγου», μου λέει. «Μιλάμε πολύ και σκεφτόμαστε λίγο. Προτιμώ το αντίθετο. Ο λόγος είναι αναγκαίος, όταν δεν μπορεί να εφαρμοστεί η σιωπή» Του αντιπαραβάλλω το ραδιόφωνο που δεν έχει την εικόνα και που η σιωπή δεν μπορεί εύκολα να γίνει θέση. «Στο ραδιόφωνο μπορείς να μιλήσεις μόνο με τα τραγούδια και να καταλάβουν οι ακροατές , τι σκέφτεσαι και τι θέλεις να πεις. Είναι μια μορφή σιωπής και μπορείς να την ακούσεις», μου απαντά.
Διαφορά των εννοιών Έλληνας και ελληνισμός:
«Άλλο ο Έλληνας και άλλο Ελληνισμός.. Για να μην εκφυλίσουμε και τις έννοιες, υπάρχει ένας θετικός συσχετισμός, αλλά πρέπει πια να αποφασίσουμε ως Έλληνες, αν θέλουμε πραγματικά να προωθήσουμε τον ελληνισμό ή αν θα προωθηθεί και από άλλους για άλλους λόγους θετικούς, που έχει να κάνει με θέματα εξέλιξης, ως κάτι το σημαντικό και ως θέμα εξέλιξης. Το σημαντικό είναι ότι είναι πια δικό μας το δίλημμα και εμείς πρέπει απλώς να δούμε αν θα είμαστε θετικοί παράγοντες και θα προωθήσουμε τον ελληνισμό, με μια σειρά δράσεων και θυσίες».
Μία από τις θυσίες που θα έπρεπε να κάνει σήμερα ο Έλληνας για να προωθήσει τον ελληνισμό και πώς αυτό γίνεται, όταν ο σημερινός Έλληνας νοιώθει προδομένος, απαξιωμένος, εξευτελισμένος:
«Νοιώθει έτσι μέσα στο πλαίσιο της κοινωνίας όχι μέσα στο πλαίσιο της ανθρωπότητας. Ο Ελληνισμός είναι μια πηγή έμπνευσης για τον ουμανισμό που βοήθησε το Διαφωτισμό. Αποτελεί ένα σημείο εξέλιξης, μια πηγή έμπνευσης και μια αλλαγή φάσης για την εξέλιξη της ανθρωπότητας. Είναι ένα απομεινάρι από αυτή την εξέλιξη και πρέπει να δούμε, αν είναι ικανός να δημιουργήσει κάτι άλλο. Δεν αρκεί να θυμηθούμε το παρελθόν, αλλά να δημιουργήσουμε και μέλλον. Η δημιουργία του μέλλοντος έχει θυσίες, αλλά πρέπει να ξεπεράσουμε και τα κοινωνικά προβλήματα που μας καθηλώνουν μέσω της μιζέριας θα έλεγα, που θεωρούν ότι το ελληνικό στοιχείο είναι ο ελληνισμός μέσα από το κοινωνικό πλαίσιο , ενώ θα πρέπει να δούμε αν μπορούμε να παράγουμε κάτι για την ανθρωπότητα. Η θυσία είναι να βρεις χρόνο, να ξεπεράσεις τα προβλήματα και να δημιουργήσεις κάτι για το μέλλον. Πρέπει για να κάνεις κάτι και να βρεις και τους ανθρώπους που θέλουν να θυσιάσουν χρόνο ώστε να προκύψει μια ομάδα ανθρώπων που θέλει να συμβάλλει σε αυτό το έργο , να κάνει μια επένδυση και να βγει από το πλαίσιο της κοινωνίας που είναι η μιζέρια. Το να βγεις από τη μιζέρια έχει κόστος. Το εύκολο είναι το να μείνεις μέσα στη μιζέρια και να λες 'όλοι με κατηγορούν και ότι δεν έφταιξα σε τίποτα'. Πρέπει να έχουμε ενέργειες, οι οποίες θα γίνονται με ευθύνη και επιπλέον πρέπει να κατανοήσουμε ότι για αυτές τις ενέργειες φταίμε όλοι. Αλλιώς δεν έχουν νόημα».
Ένας μικρός άνθρωπος πώς μπορεί να μπει στο πνεύμα και στο πλαίσιο του ουμανισμού ή του ανθρωπισμού ?
«Σαν το μικρό πρίγκιπα. Δηλαδή, όταν διαβάζεις αυτό το βιβλίο έχεις την αίσθηση ότι ο Σαιν Εξυπερύ θα μιλήσει μόνο για τη Γαλλία, αλλά διαπιστώνεις ότι μιλάει για κάτι που είναι πραγματικά παγκόσμιο. Ο ελληνισμός, λοιπόν, έχει αυτή την παγκοσμιότητα. Το χαρακτηριστικό είναι ότι όταν η κοινωνάι βλέπει ένα μικρό παιδί ή έναν μικρό άνθρωπο όπως πραγματικά συμβαίνει, συνήθως το ρωτά πώς το λένε, σε ποια τάξη πηγαίνει και ποια ηλικία έχει. Και οι τρεις αυτές ερωτήσεις είναι κοινωνικές και δε σχετίζονται με το πρόσωπο γιατί δεν επέλεξε το όνομά του, δεν επέλεξε το πότε θα γεννηθεί και δεν επέλεξε και σε ποια τάξη θα πάει. Για αυτό ο μικρός πρίγκιπας μας βοηθά λέγοντας ότι αν θέλεις να ρωτήσεις ένα μικρό παιδί κάτι, ρώτα το για το χρώμα που του αρέσει, ποιοι είναι οι φίλοι του, γιατί αγαπά το λουλούδι του, παρ’ όλο που είναι ίδιο με τόσα άλλα, γιατί έχει φίλη την αλεπού… Αυτές είναι οι έννοιες που έχουν αξίες.
[…]
Θυμάσαι, όταν δίνουν ραντεβού ο πρίγκιπάς και η αλεπού, εκείνη του λέει ‘πρέπει να με προειδοποιείς για να σε περιμένω’. Αυτό είναι μια διαδικασία και έχει και αυτό ένα κόστος. Μου αρέσει εμένα να περιμένω τους φίλους μου. Δεν περιμένω την αναμονή περιμένω την ετοιμότητα, περιμένω να δω το φίλο μου για να κάνουμε κάτι μαζί. Δεν περιμένω κάτι από τον φίλο μου αλλά για να κάνουμε κάτι μαζί. Περιμένω την σύμπραξη. Η συμπληρωματικότητα είναι ο μόνος τρόπος να φτάσουμε σε μια πληρότητα στις σχέσεις».
Οι φιλίες και οι αντιπάθειες που έχει δημιουργήσει στη Ρόδο:
«Όταν παράγεις ένα έργο, παράγεις και φίλους και εχθρούς. Εμένα δε με απασχολούν οι εχθροί μου, ασχολούμαι μόνο με τους φίλους μου. Οι εχθροί είναι σε άλλο πλαίσιο, καλά κάνουν και υπάρχουν, αλλά με απασχολούν μόνο οι φίλοι μου».
Άτομα ή άνθρωποι ο κόσμος της Δωδεκανήσου:
«Δεν έχω δει πολλά άτομα για να μπορέσω να δω ανθρώπους. έχω δει όμως ήδη μερικούς ανθρώπους. Στη Σύμη όχι μόνο βρήκαμε ανθρώπους, αλλά μας κάλεσαν και άνθρωποι. Δε λειτουργώ με την ποσότητα αλλά με τη σπανιότητα. Στη ζαχαροπλαστική, δεν έχει σημασία πόσα κιλά τρούφας βρήκες, αλλά τι ποιότητα τρούφας βρήκες, δεν έχει σημασία η ποσότητα, λοιπόν, αλλά η ποιότητα των ανθρώπων. Πρώτα απ’όλα, ήρθα στα 2 από τα 12 νησιά, άρα είναι εντελώς άδικο το πλαίσιο για να μιλάμε για αυτό. Αλλά αν ακόμα και μέσα στο μικρό αυτό διάστημα μπορώ να θυμηθώ κάτι όμορφο, τότε είναι όμορφο το πλαίσιο. Είναι δύσκολο να γεύεσαι τον πολιτισμό και να γεύεσαι τη φιλία. Και επειδή είναι δύσκολα, είναι ωραία και αξίζουν […] Πχ: είναι εκπληκτικό το ότι Ιταλός μου πρότεινε στη Σύμη ένα ιταλικό κρασί, το greco di tufo. Το κρασί που ήπιαμε έχει το όνομα του ελληνικό και το tufo είναι μια κόκκινη πέτρα, που οι Αρμένιοι φτιάχνουν τους σταυρούς στους τάφους τους, σκαλίζοντας την κόκκινη αυτή πέτρα σε διάφορα σχήματα ώστε κάθε σταυρός να είναι διαφορετικός. Στη διάλεξη που είχα κάνει πριν, είχα αναφερθεί στους Αρμένιους και στην πέτρα tufo χωρίς να φανταστώ ότι θα γινόταν αναφορά στη συνέχεια από έναν Ιταλό. Αυτό το μείγμα του να είσαι ένας Έλληνας και να ασχολείσαι με το αρμενικό και να στο υπενθυμίζει ένας Ιταλός στη Σύμη, με γοητεύει , γιατί είμαστε στο πλαίσιο του ελληνισμού. Με αγγίζει γιατί φαίνεται ότι είναι ψηφίδες από ένα ψηφιδωτό που δε φαίνεται αμέσως, αλλά μέσα σε μερικές ώρες, μπορώ να δω αυτό το ψηφιδωτό που υπάρχει».
Η Τέχνη της Μουσικής:
«Είναι η τέχνη που πεθαίνει την ώρα που δημιουργείται και ο μουσικός πρέπει συνεχώς να τη δημιουργεί για να δημιουργήσει μια μνήμη, έτσι ώστε να μη χαθεί. Η έμπνευση είναι εντελώς ελεύθερη υπόθεση, μπορεί να γίνει από ένα χρώμα, ένα κείμενο, ένα μείγμα. Μπορεί να γίνει και από το κείμενο και αν ο συνθέτης μπορεί να μαθαίνει τη σκέψη του άλλου, μπορεί να γίνει και μέσα από την πρόβα. Βέβαια ίσως και να υπάρχουν παρεμβάσεις κατά την πρόβα γιατί υπάρχει διαδραστικότητα και αλληλοεπίδραση. Η ιδέα είναι ότι είναι μια σκέψη που είναι παραγωγική μέσα από την συνεργασία».
Πανελλαδικές: εξετάσεις ή διαγωνισμό? Επιλογές σχολών από τους υποψηφίους φοιτητές:
«Είναι μανιώδης η επιμονή να δηλώνουν οι μαθητές άλλα από αυτά που θέλουν Είναι παραδοσιακό το πλαίσιο που οδηγεί τα παιδιά στο να μη σπουδάσουν αυτό που γουστάρουν και που μπορούν να γίνουν παραγωγικοί, εφευρετικοί και λειτουργικοί σε αυτό που κάνουν. Τότε μόνο μπορεί κάποιος να καινοτομήσει σε κάτι. Στις άλλες περιπτώσεις, απλά επιβιώνουν και μπορεί και να αλλάξουν και καριέρα στην πορεία της ζωής τους, ακόμα και σπουδές. Αυτό είναι το πρόβλημα της κοινωνίας με την ανθρωπότητα. Η κοινωνία θέλει να φανεί, η ανθρωπότητα θέλει να παράγει ένα έργο».
[…]
«Στη διάλεξη στο βιβλιοπωλείο «Το Δέντρο» είπα να ξεκλειδωθούν οι πανελλήνιες που είναι σα φυλακή. Τα παιδιά απελευθερώνονται, όταν μπαίνουν σε ένα χώρο χωρίς διαγωνισμό. Θα ήθελα εξετάσεις με ποιότητα και σοβαρότητα, όπου να υπάρχει μια βάση και να μην υπάρχει ποσότητα. Ακόμα και με τα δικά μου τα παιδιά, αν δεν υπάρχει η ποιότητα που θέλω σε κάποια εργασία που κάνουμε, δε δημοσιεύεται, αν δηλαδή, δεν υπάρχει μια καινοτομία σε αυτό που θα γράψουμε δε θα βγει προς τα έξω. Μπορεί να έχουμε περάσει καλά , αλλά οι μαθητές μου ήδη ξέρουν από την αρχή ότι θα κάνουμε μια συνεργασία και, αν δε βγει κάτι ποιοτικό, δε θα βγει προς τα έξω. Κατά συνέπεια στην Ελλάδα, έχουμε ένα πρόβλημα γιατί τα παιδιά που δίνουν πανελλαδικές εξετάσεις, δεν επιλέγουν τον κλάδο τους. Συνεπώς, παρουσιάζουν ένα χαμηλότερο επίπεδο στο προπτυχιακό τμήμα σε σχέση με το εξωτερικό, ενώ αναπτύσσονται περισσότερο στο μεταπτυχιακό σκέλος που τους ενδιαφέρει και το επιλέγουν. Το κόστος για την ελληνική κοινωνία είναι ότι χάσαμε πολλά παιδιά στο ενδιάμεσο για κοινωνικούς λόγους για να φανούν. Τα οδηγήσαμε στη 'σφαγή'».
Γιατί επιμένει στην ελληνική ρίζα της λέξης ‘ελληνισμός’ και όχι στο λήμμα ‘ουμανισμός’?:
«Ο όρος που σχετίζεται με τον ουμανισμό δε σχετίζεται με την ανθρωπότητα, σχετίζεται με τις ανθρωπότητες Η ιδέα του ουμανιστή είναι αυτός που είναι αφοσιωμένος στη γνώση μέσω στη βιβλιοθήκη και δεν παράγει έργο αναγκαστικά εκτός βιβλιοθήκης για την ανθρωπότητα. Ο εκτός βιβλιοθήκης χρησιμοποιεί ένα προμηθειακό στοιχείο, αν θέλετε το θράσος της νοημοσύνης, το οποίο πότισε το Διαφωτισμό. Ο Διαφωτισμός σημαίνει ‘φωτίζω’. Δε φωτίζω μόνο τη βιβλιοθήκη φωτίζω μέσω της βιβλιοθήκης τον κόσμο. Αν για λόγους συμπλέγματος, τώρα, θέλουμε να αφαιρέσουμε την ελληνικότητα από μερικές λέξεις ή εκφράσεις είναι επειδή είμαστε μίζεροι. Δεν πρέπει να ντρέπεσαι επειδή έκανες κάτι προς όφελος της ανθρωπότητας».
Πώς ορίζει τη μιζέρια:
«Η μιζέρια δεν είναι η αθλιότητα. Η μιζέρια είναι η έλλειψη νοημοσύνης μέσα στην κοινωνία. Ασχολείται μόνο με πράγματα που είναι εντελώς ανούσια για την ανθρωπότητα. Πολύ συχνά όταν κάνουμε πράγματα πολύ χρήσιμα, στην πραγματικότητα κάνουμε πράγματα πολύ ανούσια, γιατί είναι πράγματα που δε θα θυμηθεί η ανθρωπότητα. Τα κάνουμε για δικούς μας προσωπικούς λόγους, αλλά δε θα ωφελήσουν την ανθρωπότητα. Η εκπομπή που κάνοτυμε αυτή τη στιγμή είναι ανούσια για 100 χρόνια μετά, αλλά, αν αφήσουμε ένα κείμενο είναι διαφορετικό. Πόσες ραδιοφωνικές ζωντανές εκπομπές έχεις ξανακούσει στη ζωή σου? Το ανάλογο συμβαίνει με ένα μουσικό κομμάτι? Όχι. Μπορείς να το ακούσεις πολλές φορές. Στην πραγματικότητα συμβαίνει αυτό επειδή ανήκει στην ανθρωπότητα. Είναι ένας τρόπος να την αγγίξουμε . Πχ. Η έννοια της είδησης είναι σημαντική εκείνη τη στιγμή. Μετά από 50 χρονιά δε θα κοιτάξεις αυτές τις ειδήσεις, γιατί δε θα έχουν κανένα νόημα. Το κόντεξ που είναι στιγμιαίο μπορεί να είναι σημαντικό αλλά δεν αφήνει ίχνος. Αυτό που έμενα με αγγίζει είναι το ίχνος. Αν σε μια συνομιλία ή ραδιοφωνική εκπομπή μπορέσουμε να παράγουμε ένα έργο έτσι ώστε να δημιουργήσουμε ένα ίχνος και τότε έχει νόημα να την ξανακούσουμε. Διαφορετικά δεν έχει νόημα. Μπορεί να είναι σημαντική για μια σχέση, αλλά δε θα είναι σημαντική για όλους. Βέβαια, μπορεί να υπάρχουν στιγμές που μπορεί να ενδιαφέρουν λίγους, ή και τους περισσότερους. Αυτό σημαίνει ότι η συζήτηση έχει παράγει έργο. Αν σκεφτείς πόσο μεγάλο είναι το χρονικό διάστημα για να παράγουμε λίγων λεπτών έργο, τότε θα καταλάβεις ότι είναι σχεδόν αδύνατο να έχεις ώρες ειδήσεις για το έργο. Χρησιμοποιείς πολύ χώρο μέσα στο χρόνο, άρα πώς αυτό μπορεί να είναι ουσιαστικό».
Πώς ορίζει την αθλιότητα:
«Η αθλιότητα έχει ένα μεγαλείο. Μπορεί να είναι μεγαλοσύνη η αθλιότητα. Μπορεί να είσαι άθλιος αλλά να νοιώσεις ότι έχει τη δυνατότητα να είναι γενναιόδωρος και είναι απίστευτο το να είσαι γενναιόδωρος και να δίνεις με γενναιότητα ένα δώρο, το οποίο δεν έχεις, εφόσον είσαι άθλιος? Οπότε, τι άλλο να δώσεις, όταν σου έχει μείνει μόνο η αθλιότητα? Την αξία!!! Η αξία δεν είναι τίποτα για τον μίζερο, γιατί ο μίζερος δεν έχει να προσφέρει τίποτα, δεν έχει να προσφέρει μεγαλοσύνη γιατί ασχολείται με αυτό που δεν του έδωσες. Θα σου πω ένα ανέκδοτο για να γελάσεις: «Τι είναι εγωιστής? Αυτός που δε με σκέφτεται». Δε γέλσαες! Κι όμως προειδοποίησα, ήταν ανέκδοτο. Ξέρεις, γιατί δε γέλασες? Γιατί είσαι ακόμα στο ίχνος του άλλου. Σαν τα καράβια που διασταυρώνονται και βρίσκονται στο ίχνος του άλλου . Όταν είμαστε στο ίχνος του άλλου, μας ταρακουνάει, αλλά όταν μπαίνουμε μέσα στο ίχνος του, μετά πλέουμε πιο εύκολα. Το ίχνος πληγώνει, αλλά μας οδηγεί».
Άνω τελεία. Γιατί , όπως και ο ίδιος λέει: «Μια συζήτηση δεν έχει ποτέ επίλογο γιατί τότε δεν είναι συζήτηση είναι δόγμα. Εμείς ανοίγουμε τα θέματα δεν τα κλείνουμε».