http://www.protagon.gr/Default.aspx?tabid=191&returnurl=%2fDefault.aspx%3ftabid%3d57
Τόποι. Τι θα πει τόποι; Για μένα δεν υπάρχουν τόποι. Υπάρχουν άνθρωποι. Αγαπημένοι, λατρεμένοι, αδιάφοροι, ιδιόρρυθμοι, παράξενοι, υπέροχοι. Έχω την τσιγγανιά μέσα μου, σου λέω. Θέλω να πηγαίνω παντού να γνωρίζω ανθρώπους και να έχω τη δυνατότητα να φεύγω και να επιστρέφω, όταν διψάσει η ψυχή μου. Αυτό θέλω, τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Να βλέπω τους ανθρώπους που έχω αγαπήσει σε κάθε τόπο, πώς μεγαλώνουν, πώς γελούν, πώς επιθυμούν, πώς κλαίνε. Αυτό είναι για μένα ο τόπος. Ένα κράμα μνήμης και συναισθήματος. Άψυχοι οι τόποι χωρίς ανθρώπους. Κατάμονοι. Σαν τα καμένα δέντρα. Σαν τα μισογκρεμισμένα σπίτια που έζησαν δόξες και κανείς πια δεν ασχολείται μαζί τους. Ενώ οι άνθρωποι… Ό,τι σπουδαιότερο και ακριβότερο ταυτόχρονα. Δικοί μου ή όχι.
Όταν ξαναπερνώ από ένα τόπο, θυμάμαι. Ο τόπος είναι σύμβολο ανθρώπου. Το κέντρο της Αθήνας, η Αθηνάς, η Βορέου, η Καλαμίδα, η Πολυκλείτου, η Βλαχάβας, η Σταδίου, η Ερμού… είναι το πρόσωπο του πατέρα μου. Η Τρίπολη είναι το πρόσωπο της μάνα μου. Το σπίτι στο Κάψια Αρκαδίας είναι η γιαγιά μου η Ελένη… Η σκάλα του πατρικού μου σπιτιού ήταν η γιαγιά μου η Καλλιόπη. Το Ναύπλιο η αγαπημένη μου θεία –Μαρίνα. Από μικρό παιδάκι έχω απίθανες μνήμες. Όλες σε στροφές, γωνιές, δρόμους, δέντρα πάντα με φόντο τους ανθρώπους ή τη μυρωδιά τους. Κάθε πόλη είναι και μια πληγή για ό,τι έζησα και ίσως δεν μπορώ να ξαναζήσω, με πόνεσε και θέλω να ξορκίσω. Κάθε τόπος είναι και μια χαρά για ό,τι αγαπάω και προσδοκώ. Από τους ανθρώπους, όχι από τη φύση ή τις πλατείες του.
Δεν έχω τόπο, είμαι του «όπου γης πατρίς». Δεν θέλω να έχω τόπο. Με πνίγει. Πώς να αγαπήσω έναν τόπο χωρίς τους ανθρώπους του; Γίνεται; Όχι λέω. «Είναι και αυτός ο Υδροχόος στον ωροσκόπο σου, τι περιμένεις» μου λέει η αγαπημένη μου Τούλα.. Ραδιόφωνο. Το αγαπάω γιατί αγαπάω τους ανθρώπους του. Το αλλού, το πέρα από τη λογική. Όπου το βρω, το κρατώ και είναι το μόνο που μπορεί αληθινά να με κρατήσει: αυτό το αλλού, το πέρα από τα σημεία. Από τα τετριμμένα και στερεοτυπικά.
Αγάπησα το σύμπαν περισσότερο, όταν πέθανε ο πατέρας μου. Ήθελα να τον τοποθετήσω κάπου εκεί ανάμεσα στα αστέρια, στο φως, στην ασημόσκονη που έβλεπα να λάμπει, στα σύννεφα που από μικρή παρατηρούσα να περπατούν ασταμάτητα. Ήταν η παρηγοριά μου. Ήταν εκεί ο μπαμπάς μου. Άρα, ένας ακόμα αγαπημένος τόπος.
Δεν μου λείπει να μην έχω τόπο, μου λείπει όμως να μην έχω ανθρώπους. Αγαπάω την τσιγγανιά σου λέω. Θα μπορούσα να γυρνώ ισόβια σε όσο περισσότερα μέρη μπορούσα. Να γνωρίσω νέους ανθρώπους, άλλου χρώματος, φυλής, νοοτροπίας, φιλοσοφίας. Αν αγαπήσω τον τόπο, σημαίνει ότι αγάπησα τους ανθρώπους. Έχω κάτι να τους δώσω. Όχι να πάρω. Να δώσω, τι αξία έχει να παίρνω, αν δεν ξέρω να δίνω. Ας το δώσω και ας μην το πάρουν. Όμως να είμαι σε θέση να δώσω.
Είμαι του «Μικρού πρίγκιπα» παιδί, του Σαιντ Εξυπερύ εννοώ. Δεν αντέχω ούτε στον πιο μικρό, ούτε στον πιο μεγάλο πλανήτη. Στο μυαλό είναι όλα. Πνίγομαι. Με καθορίζει όμως ό,τι αγαπάω. Και «δύσκολα τελειώνω με ό,τι αγαπώ». Και αυτό δεν το διαπραγματεύομαι, με κανένα και για τίποτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αφήστε το σχόλιό σας