Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

Ο Ξαρχάκος και η Βανδή " της Τζίνας Δαβιλά

http://www.protagon.gr/Default.aspx?tabid=191&returnurl=%2fDefault.aspx%3ftabid%3d57


Photo: pieplate
Photo: pieplate
1 εικόνα
Στο προηγούμενο κείμενο έχει ο χαμός, γιατί τόλμησα να μιλήσω για την δεοντολογία της δημοσιογραφίας που απαγορεύει να αντιμετωπίζουμε ρατσιστικά τα γεγονότα. Σήμερα, αφορμής δοθείσης, είπα να περιγράψω και ένα περιστατικό. Αληθινό πέρα για πέρα.
Έχει αποχωρήσει απο το τραπεζάκι του καφέ μας, προς αναχώρησιν για τας Αθήνας, ο σπουδαίος θεατράνθρωπος Γιώργος Αρμένης και ένας τύπος που έβλεπα για δεύτερη φορά, κάθεται απέναντι μου και μου λέει: «Τον ξέσκισα. Του το’καψα το θέμα. Τράβηξα κάτι φωτό με τους πατσάδες της Μπάρμπα στην πισίνα, έβγαλα και την Βανδή και τους έκοψα τα χέρια. Δεν έχουν τώρα, τι να τυπώσουν. Ας βρουν άλλο θέμα».
Του συστήνομαι, μου συστήνεται μόνο με το βαπτιστικό και συνεχίζει: «Είναι εδώ αυτές, για τα γενέθλια του ξενοδόχου. Είναι και ο Χατζηγιάννης και Παπαρίζου και ο... και η... και... και... και... και...».
Τι έμαθα δεν λέγεται. Όλα άχρηστες πληροφορίες. Εκτός και αν υπάρχεις, για να μπαίνεις στην κρεββατοκάμαρα, στις διακοπές και στην διασκέδαση των άλλων, που δεν έχεις συναντήσει ποτέ, αλλά παρακολουθείς ως τηλε-αστέρες και γκόμενο-γκόμενες περιωπής.
Αναλογίστηκα, πόσο ενδιαφέρον μπορεί να είναι αυτό, τι να σε γαργαλά για να ακολουθείς κατά πόδας και να φωτογραφίζεις την  famme fatal με το τόπλες – που ενδόμυχα θέλεις να έχει φτάσει το στήθος στο γόνατο για να γίνει είδηση – την αρετουσάριστη-αμακιγιάριστη τραγουδίστρια, τον ωραίο και μοιραίο 35άρη που σφάζονται για πάρτη του τα κοριτσόπουλα όλων των ηλικιών. Τι είδους δημοσιογραφία είναι αυτή με την κρυφή κάμερα και φωτογραφική που τρυπώνει αδιακρίτως και αμετανοήτως στις ζωές των άλλων, δεν ξέρω. Να μου πεις, συχνά οι ίδιοι οι φωτογραφιζόμενοι δεν προκαλούν αυτές τις ‘‘λανθάνουσες’’ φωτογραφίες; Θέλουν να θεαθούν, υπάρχουν μέσα απο αυτό, δεν μπορούν το χωρίς, νοιώθουν αποτυχημένοι και πεταμένοι.  Ας είναι... Τον ρώτησα ποιανού η μπογιά περνάει αυτό το διάστημα. «Σάσα Μπάστα» μου είπε γοργά. Τού ανέφερα τους ηθοποιούς του «Τσίρκου» που διέμεναν στο ίδιο ξενοδοχείο. «μπα, δεν....» είπε με νόημα.
Σηκώθηκα για να φύγω χαιρετώντας ευγενικά και ευχόμενη «καλή δύναμη στο κυνηγητό σου». Τον ακολούθησα με το βλέμμα. Ξάφνου, στο βάθος, ευδιάκριτος φάνηκε ο Σταύρος Ξαρχάκος. Τον είχα πίσω μου σε όλη την συνομιλία μου με τον φίλο μας. Απόρησα μέσα μου. Πλησίασα τον μαέστρο για να του πω μια καλησπέρα.  Ο φίλος μας πέρασε από μπροστά του (σίγουρα τον είχε συλλάβει από ώρα το εξασκημένο μάτι του, αλλά προφανώς ... δεν πουλάει), τον προσπέρασε και κατευθύνθηκε προς τα δωμάτια των καλλιτέχνιδων που γεμίζουν τις πίστες και τις τηλεοπτικές οθόνες μπούτια και βυζιά, ασκόπως αποκαλυπτόμενα τις περισσότερες φορές.
Αποχαιρετώντας τον μαέστρο, σκεπτόμουν το σφάλμα του δημοσιογράφου να έχει μπροστά του ένα ζωντανό θρύλο της μουσικής και να επιλέγει να ασχοληθεί με το τόπλες της Μπάρμπα, το μακιγιάζ της Βανδή, το σιθρού της Παπαρίζου και την κυτταρίτιδα στον κώλο της όποιας. Σκέφτηκα πως ίσως αλλού για αλλού ξεκίνησε και στην πορεία  λοξοδρόμησε για τον βιοπορισμό. Αναρωτήθηκα πάλι, αν η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα, δηλαδή αν ο αναγνώστης έχει ευθύνη που ασχολείται με άχρηστες πληροφορίες ή ο δημοσιογράφος και το πού αποφασίζει να τοποθετήσει τον πήχυ του κάθε φορά που δημοσιοποιεί κάτι. Μετά πάλι σκέφτηκα πως όλα χρειάζονται. Και οι άχρηστες πληροφορίες για μένα και οι άχρηστες πληροφορίες για τους άλλους, που δεν θέλουν ό,τι θέλω.
Κατέληξα στο συμπέρασμα πως χωρίς την άχρηστη πληροφορία μπορώ να ζήσω, χωρίς την μουσική τουΞαρχάκου η ζωή μου θα ήταν πολύ φτωχότερη σε συγκίνηση, σε συναίσθημα, σε αντίληψη, σε έκφραση, σε ευαισθησία, στον λυγμό που ξεκλειδώνει άγνωστες πτυχές μου. Λυπήθηκα τον φίλο μας. Είναι τραγικό να αφιερώνεις την ζωή σου στο άχρηστο. Και ακόμα τραγικότερο να πιστεύεις πως είναι και σωστό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αφήστε το σχόλιό σας