Σάββατο 27 Αυγούστου 2011

"Ζωή σαν τσίχλα" της Τζίνας Δαβιλά from www.protagon.gr

http://www.protagon.gr/Default.aspx?tabid=191&returnurl=%2fDefault.aspx%3ftabid%3d57

  • Με μια λέξη: αηδία. Η βολεμένη ζωούλα των γύρω μου. Αποκούμπια συναισθηματικά, αποκούμπια υλικά που μεταφράζονται σε ντουβάρια, σε κήπους με γκαζόν, γιατί η τρελή μου ροδιά δεν είναι στιλάτη υποτίθεται, σε καλοσχεδιασμένα τετράτροχα, σε οικόπεδα με καλή και μέτρια θέα. Πρόσωπα με ανάποδα χαμόγελα, σαν το μουστάκι που σαν ήμουν πιτσιρίκι το μετέφραζα σε ανάποδο χαμόγελο. «Έρχεται ο Γιάννης μου που γελάει ανάποδα» έλεγα για τον ξάδελφο της μαμάς που του είχα αδυναμία και είχε κρυστάλλινη φωνή, ζεστό χαμόγελο και γελούσαν και τα μάτια του. Σήμερα ανάποδα χαμόγελα λέω ό,τι τελειοποιημένο δείχνει την λευκασμένη οδοντοστοιχία. Στο μάτι όμως κάτι τρέχει. Το αίσθημα του ανάπηρου: το γαμημένο αίσθημα του ανάπηρου που μου είναι αφόρητο πια. Της ανάπηρης πολυτέλειας, ανάπηρης ελευθερίας, ανάπηρης ζωής.  

Γερνάω μου φαίνεται. Σα στριμμένη 80χρόνη κάνω. Άμα ο άνθρωπος περάσει τα 50 και γκρινιάζει υπάρχει πρόβλημα. Αν δεν είναι γεμάτος κατανόηση, επιείκεια στα λάθη, δεν έχει ηρεμία, δεν πάνε καλά τα πράγματα. Τι φταίει ρε παιδί μου; Μήπως η αυγουστιάτικη πανσέληνος που μου δίνει την αίσθηση ότι όλα αλλάζουν ανεξέλεγκτα χωρίς εμένα; Μήπως οι ελιγμοί των αετονύχηδων, των κρυφών και  γνωστών γερακιών που κυκλοφορούν μ’ένα στιλέτο και όλα τα σφάζουν όλα τα μαχαιρώνουν; Οι στιλετοφορείς, μην ψάξεις στον Μπαμπινιώτη, εμπνευσμένο δια νοός της γράφουσας το λήμμα, πού και πού παίρνει και στροφές.

Και δεν μου φτάνουν όλα τ’άλλα, σκάει και από το άσμα: «… αλλού για αλλού ξεκίνησα…». Μωρέ τι μας λες… ήρθες να μας ξεκάνεις. Άϊ σιχτίρ και συ, δε σε γουστάρω τώρα… Ένα κουμπί υπόθεση. Κλικ και off.

Άνισος ο πόλεμος. Ό,τι πάω να πετάξω μου κάθεται σαν βαρίδι, μου μπήγει τις ποδάρες μες τη γη και μου βγάζει με θράσος τη γλώσσα. «Εδώ θα μείνω, εδώ θα μείνω» μου κουδουνίζει η φωνή του ψιλή-ψιλή εκνευριστική μες τα αυτιά και μου έρχεται να δω τι σκατά υπόσταση έχει για να ξέρω τι σόι μπούφλα θα του σκάσω.

Γερνάω μου φαίνεται. Σαν εκείνο τον ροδιακό φίκο στο παραλιακό «Ακταίον» που μετρά πάνω από 100 χρόνια και γνωρίζει τις κουβέντες, τα δάκρυα, τις αγωνίες και τα γέλια των περαστικών. Η γνώση γιγάντωσε τον φίκο, του έδωσε πλούσιο φύλλωμα που είναι ευχάριστο και χρήσιμο. Δεν γουστάρω τα υλικά πράγματα. Ούτε τα ντουβάρια, ούτε τα σκάφη, ούτε και τα αυτοκίνητα. Δεμένη η ζωή μου με την ύλη με κόκκινη κλωστή. Ένας σεισμός υπόθεση είναι όλα. Ένα φυσικό φαινόμενο και πάνε περίπατο. Όπως περίπατος και η ζωή μου στον πλανήτη που αν δεν αλητέψει θα είναι χωρίς νόημα.

Μια βαλίτσα γεμάτη από τις υλικές μου εξαρτήσεις- κοινωνικές και ψυχολογικές- και μπουκαπόρτες ανοιχτές θέλω. Όπου πάει και όπου βγάλει το καράβι. Το πάνω από τη θάλασσα και από τα σύννεφα δε με φοβίζει. Με το εντός και κλειστό έχω πρόβλημα. Δεύτερη ζωή δεν έχει. Και να έχει ποιος καταλαβαίνει συνειδητά το πριν και το μετά του; Γι αυτό σου λέω, μέσα μου έχω ήδη βάλει φωτιά στα ντουβάρια και στις λαμαρίνες. Τους έχω δυναμιτίσει με 20 Ρίχτερ. Τα έχω γκρεμοτσακίσει  στον Καιάδα του μυαλού μου. Μα, να που ώρες- ώρες την πατάω και δεν με αναγνωρίζω. Και τότε κατεβάζω ρολά. Βαριέμαι αφόρητα, ό,τι κινείται, ό,τι καλλωπίζεται, ό,τι παραμυθιάζεται. Και νοιώθω θλίψη. Για αυτό σου λέω, καλύτερα να ήμουν δέντρο. Θα είχα γνώση αιώνων, δε θα μιλούσα, θα παρατηρούσα πώς κινούνται οι άλλοι και θα διαπίστωνα πως η κίνηση δεν έχει νόημα, αξία έχει το αποτέλεσμα στο χρόνο. Όσο ξεχνάμε ότι τα δέντρα, αν και ακίνητα, δίνουν οξυγόνο, σκιά, δροσιά, ομορφιά τόσο θα κυκλοφορούμε πέρα δώθε χωρίς αποτέλεσμα. Σαν την τσίχλα: τρέχουμε ασκόπως, όπως μασάμε ασκόπως. Και στον απολογισμό, αγάπη μου, το άσκοπο ισούται με το τίποτα, το απόλυτο τίποτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αφήστε το σχόλιό σας