Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

Ο βυθός σου" της Τζίνας Δαβιλά

http://www.protagon.gr/Default.aspx?tabid=191&returnurl=%2fDefault.aspx%3ftabid%3d57


Photo: Duncan Rawlinson
Photo: Duncan Rawlinson
1 εικόνα
Ξυπνάς παραξενεμένος. Βρισκόσουν λέει σ’ένα περίεργο βυθό. Εκεί που όλα ήταν μπλε – δεν έπιανε το φως – ξάφνου μια σκάλα πλάι σ’ένα πρόσωπο ολοστρόγγυλο με κατακόκκινα χείλη σου χαμογελούσε. Πλάϊ στην σκάλα. Πιο πέρα μια γυναικεια φιγούρα με μαύρα μαλλιά και ψαράδικο κόκκινο παντελόνι τραβά ένα καλάθι τεράστιο γεμάτο λουλούδια. Πιο κει, ένα φεγγάρι! Ένα μισοφέγγαρο υπέροχο ασημοκίτρινο που χαμογελούσε σε δύο αστέρια. Το ακροβατικό της ζωής σου. Της δικής μου ίσως. Ένα ακροβατικό η ζωή μας. Πολύπλοκο, απίθανο, απρόβλεπτο, βαρετό, βαθύ σαν το ποτάμι.
Τρίβεις τα μάτια. Ανασηκώνεσαι, ψάχνεις τους φακούς σου, δεν βρίσκεις το απρογάλαζο κουτάκι τους, ανοίγεις το συρτάρι για να πιάσεις τα γυαλιά, τα βρίσκεις, τα φοράς και πετάς από πάνω σου το λεπτό σεντόνι. Κλείνεις το κλιματιστικό, ανοίγεις την μπαλκονόπορτα και βγαίνεις στην βεράντα. Ακούς τα τριζόνια. Τί όμορφη μουσική δημιουργεί η φύση, ένα μόλις βήμα έξω από την κρεββατοκάμαρά σου. Που την μοιράζεσαι με τον εαυτό σου. Σάμπως, και όταν την μοιραζόσουν με κάποιον, ήταν καλύτερα; Μόνος σου και τότε, μόνος σου και τώρα. Άντε και τότε, πώς να πιέσεις τον άλλον να σε βρει; Να σε ψάξει, να σε αναζητήσει στα δευτερόλεπτα σου, εκείνα τα φευγαλαία που πάνε και παίρνουν μαζί τους κομμάτια σου συμπαγή, αληθινά, σίγουρα. Όταν είσαι εσύ ολόγυμνος. Εδώ είσαι με σένα και δεν σε βρίσκεις. Αναλογίσου, πόσες φορές βούτηξες μέσα σου για να σε μάθεις. Μια; Δυό; Τρεις; Δεν είναι περισσότερες. Λίγες οι βουτιές σου. Και τα λάθη πληρώνονται, μάτια μου. Οι λογαριασμοί με τον εαυτό μας δεν κλείνουν έτσι εύκολα. Ματώνεις, είναι το αίμα σου στην άσφαλτο.
Βαριέσαι να μπεις στην κουζίνα για να φτιάξεις καφέ. Ανάβεις τσιγάρο. Όχι στριφτό.  Στο συρταράκι του τραπεζιού έχεις ένα πακετό ανοιχτό «Καρέλιας». Λείπουν κανά δύο τσιγάρα. Είναι για ώρα ανάγκης. Στο ίδιο σημείο έχεις και έναν zippo. Λες  και είσαι ο Καββαδίας για να ανάψεις τσιγάρο στα 15 μποφόρ. Αντιστρόφως ανάλογη η δουλειά του αναπτήρα και η δική σου. Καίει η κάφτρα, καίγεσαι και συ για την δειλία σου. Ήσουν τελικά σε όλα λίγος. Λίγος στην γενναιοδωρία, λίγος στην τρέλλα, λίγος στην πλάκα, λίγες οι βουτιές σου και στους άλλους.  Τι φοβήθηκες, καημένε; Τον κόπο; Τον χρόνο; Την απόρριψη; Τον πόνο; Και τι κατάλαβες πια; Ότι είσαι τραγικά μόνος. Οκ, αυτό το ξέραμε και από τον Ρίτσο, εσύ ποιο νέο έχεις να πεις; Έχεις; ... Καλά... μην το ζορίζεις.
Έφτασες στα άκρα σου, φίλε μου. Κάποια στιγμή όλοι φτάνουμε. Και παίρνουμε την μεγάλη απόφαση: μια βουτιά στον άλλο μας εαυτό ή στον άλλον γενικώς, αντί για το κενό ή την ανούσια περιπλάνηση «στων πολλών τις συναναστροφές» που λέει και ο Αλεξανδρινός. Αυτόν που κρύβουμε επιμελώς και διακριτικώς. Αλλιώς ατελεύτητο το ταξίδι. Τι... μόνο ο χτύπος της καρδιάς καθορίζει την ύπαρξη, λες; Στον αφρό τίποτα δεν ανταμώνεται. Και δεν απαντάται. Πώς είπες; Δεν φτάνει φως εκεί μέσα; Κάντην, βρε μάτια μου, την βουτιά εσύ και πού ξέρεις τι... Αλλιώς, θα λες πως δεν είδες τίποτα. Και πώς να δεις; Τα μάτια σου είναι καλά, τα γυαλιά σου καθαρά, αλλά ο στοχασμός σου αλλήθωρος. Είναι σαν το «ιδίοις αναλώμασι» που λέει ο κρυφός μας ποιητής. Έτσι... για το αυτοφάγωμα.
ένα άρθρο των πρωταγωνιστών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αφήστε το σχόλιό σας